αγριοράδικο

αγριοράδικο
το
το ραδίκι που φυτρώνει μόνο του, χωρίς καλλιέργεια, το πικροράδικο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • θριγκία — (Τhrincia). Γένος φυτών στο οποίο υπάγονται κονδυλόρριζα ποώδη φυτά, τα περισσότερα από τα οποία είναι πολυετή. Το γένος αριθμεί ελάχιστα είδη, τα οποία φύονται σε εύκρατες περιοχές. Το κυριότερο από τα είδη του γένους αυτού είναι το αγριοράδικο …   Dictionary of Greek

  • Taraxacum — Dandelion redirects here. It often refers specifically to Taraxacum officinale. For other uses, see Dandelion (disambiguation) Dandelion A dandelion flower head composed of hundreds of smaller florets (top) and seed head (bottom) …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”